"Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει πραγματικά να αποτρέψει την εθνική κατάπτωση και να βάλει την οικονομία σε πορεία ανάπτυξης πρέπει να εξετάσει εναλλακτικούς δρόμους. Η γνώση και η ανάλυση υπάρχουν. Χρειάζεται πολιτική θέληση και αποφασιστικότητα"
Την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη παρά την υπογραφή μιας συμφωνίας συμβιβασμού, όπως αυτός διαφαίνεται για την ώρα καθώς θα σημάνει νέο μνημόνιο, συνέχιση των υψηλών ποσοστών ανεργίας και αύξηση της ανισότητας, προκρίνει ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και οικονομολόγος Κώστας Λαπαβίτσας, υποστηρίζοντας ότι «τα περιθώρια που υπάρχουν για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων είναι ελάχιστα».
Όπως αναφέρει σε άρθρο του στο προσωπικό του ιστολόγιο, στο οποίο σχολιάζει τις θέσεις της κυβέρνησης και των δανειστών καθώς και τις εκατέρωθεν προτάσεις, «αν υπογραφεί συμφωνία με όρους που θα επιβάλλουν οι δανειστές, ή Ελλάδα θα επιστρέψει ουσιαστικά στο καθεστώς των Μνημονίων, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει συστηματική ανάπτυξη, η ανεργία θα παραμείνει υψηλή, η ανισότητα θα αυξηθεί, η χώρα θα γεράσει και θα μετατραπεί σε ασήμαντο παρία στη διεθνή σκηνή.
Αν υπογραφεί μια τέτοια συμφωνία, ο χρόνος θα δουλεύει ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν θα υπάρξει περιθώριο για «εσωτερική ρήξη» με τη διαπλοκή και την διαφθορά, ούτε η δυνατότητα κοινωνικής ανατροπής. Θα πρόκειται για καταστροφή και για τη χώρα και για την Αριστερά.»
Σύμφωνα με τον Κ. Λαπαβίτσα εξάλλου είναι σημαντικό η κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ να μην αποκλίνει από το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, και γι’ αυτό και υποστηρίζει ότι το «ζητούμενο τη στιγμή αυτή δεν είναι να βρεθεί κάποιο κοινό πεδίο ανάμεσα στις προτάσεις της κυβέρνησης και σε αυτές των δανειστών για τον προφανή λόγο ότι κάτι τέτοιο θα μας πάει ακόμη πιο μακριά από το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης.»
Κάτι τέτοιο, αναφέρει, θα σημαίνει επί της ουσίας νίκη των δανειστών.
Επιπλέον θέτει ζήτημα εσωκομματικό καθώς όπως τονίζει «οι προτάσεις της κυβέρνησης αντιπροσωπεύουν έναν πολύ επώδυνο συμβιβασμό και πρέπει οπωσδήποτε να γίνει εσωτερική συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ για τις επιπτώσεις τους όσον αφορά την υλοποίηση του Προγράμματος της Θεσσαλονίκης.»
«Δεν πρόκειται να υπάρξει πρόταση των δανειστών που δεν θα εμπεριέχει μεγάλο πολιτικό κόστος για τον ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεσία του», αναφέρει στη συνέχεια και εξηγεί ότι «ο λόγος είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπροσωπεύει κίνδυνο για το στάτους κβο της Ευρώπης» ενώ εκτιμά πως «οι δανειστές επιδιώκουν να δείξουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε.»
«Δεν πρόκειται να υπάρξει πρόταση των δανειστών που θα επιτρέψει στον ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσει το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, τώρα ή στο μέλλον», λέει ακόμα και τονίζει στο ίδιο μήκος κύματος ότι «το πεδίο στο οποίο οι δανειστές σταδιακά παρασύρουν τον ΣΥΡΙΖΑ είναι όλο και πιο μακριά από τις προεκλογικές του θέσεις.»
Σχολιάζοντας την παρούσα φάση της διαπραγμάτευσης υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει «πολιτική διαπραγμάτευση» με τον τρόπο που αυτή γίνεται συνήθως αντιληπτή στην Ελλάδα, δηλαδή της προσωπικής συμφωνίας των ηγετών.
Όπως αναφέρει, «στο ευρωπαϊκό πλαίσιο οι πολιτικές θέσεις διαμεσολαβούνται από θεσμούς και μηχανισμούς – με μια ευρύτερη έννοια, από τον δημόσιο χώρο – που έχουν τη δικιά τους λογική.
Η διαμεσολάβηση αυτή συχνά παίρνει τεχνοκρατική μορφή.
Για παράδειγμα, οι στόχοι της ελληνικής κυβέρνησης και των δανειστών για το πρωτογενές πλεόνασμα είναι κοντά, αλλά τα συμπεράσματα για τα μέτρα είναι πολύ διαφορετικά.
Για παράδειγμα, οι στόχοι της ελληνικής κυβέρνησης και των δανειστών για το πρωτογενές πλεόνασμα είναι κοντά, αλλά τα συμπεράσματα για τα μέτρα είναι πολύ διαφορετικά.
Η τεχνοκρατική διαμεσολάβηση των πολιτικών θέσεων των δανειστών είναι αυστηρή, ακολουθεί τη λογική του ΔΝΤ και άρα ζητά σκληρά μέτρα.»
Έτσι καταλήγει στη θέση ότι: «Η στρατηγική της ριζοσπαστικής αλλαγής της Ελλάδας κρατώντας τη χώρα στο πλαίσιο της ΟΝΕ, έχει φτάσει το τέλος της. Αυτό είναι το ουσιαστικότερο και σημαντικότερο μήνυμα που έστειλε ο οδοστρωτήρας των δανειστών.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει πραγματικά να αλλάξει την κοινωνία, να αποτρέψει την εθνική κατάπτωση, να βάλει την οικονομία σε πορεία ανάπτυξης και να κερδίσει μια νέα δυναμική θέση για την Ελλάδα στο διεθνές γίγνεσθαι, πρέπει να εξετάσει εναλλακτικούς δρόμους.
Η γνώση και η ανάλυση υπάρχουν.
Χρειάζεται πολιτική θέληση και αποφασιστικότητα», καταλήγει ο γνωστός οικονομολόγος που συχνά έχει ταχθεί υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.
Δημοσίευση σχολίου
Δημοσίευση σχολίου