Τελευταία παρτίδα την Κυριακή – Προσπάθεια για γέφυρες, κίνδυνος για οδυνηρή ρήξη


«The game is over, Mr. Tsipras» (Το παιχνίδι τελείωσε, κύριε Τσίπρα). «Η Ελλάδα έχει 1,5 εκατομμύριο ανέργους και 3 εκατομμύρια φτωχούς, ενώ χιλιάδες οικογένειες ζουν χωρίς εισόδημα, μόνο με τη σύνταξη των παππούδων. Αυτό δεν είναι παιχνίδι». Αυτός ο χαρακτηριστικός διάλογος μεταξύ του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και αποτυπώνει πλήρως το δραματικό κλίμα των ωρών. Πλέον, κυβέρνηση και πιστωτές καλούνται εντός ενός ναρκοθετημένου κλίματος να οδηγηθούν σε συμφωνία εντός του Σαββατοκύριακου, αν και στις Βρυξέλλες υπάρχει η αίσθηση πως ακόμα μια συμφωνία είναι εφικτή.

«Οι διαφωνίες μεταξύ Ελλάδας-εταίρων είναι γεφυρώσιμες». Τα λόγια αυτά ανήκουν στον πρόεδρο του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης που έκανε στους παρευρισκόμενους στη Σύνοδο Κορυφής. Παρόμοια αντίληψη είχαν όμως και ελληνικές πηγές, οι οποίες υποσκέλιζαν την πολωμένη ρητορική των ημερών και έλεγαν «μην ακούτε την πολεμική, οι διαφορές με τους εταίρους έχουν μειωθεί. Αν υπάρχει βούληση, μπορεί να βρεθεί λυση».

Το merging της πρότασης των θεσμών με την ελληνική

Μπορεί στο Eurogroup απόφαση να μην υπήρξε, όμως από τη Σύνοδο Κορυφής, όπου το ελληνικό θέμα μπήκε εμβόλιμα αντί του βρετανικού ζητήματος έγιναν δύο βασικές παραδοχές: αφενός, κυβέρνηση και εταίροι συμφώνησαν πως πρέπει να βρεθεί λύση στο Eurogroup του Σαββάτου. Τα χρονικά περιθώρια, λόγω της δόσης του ΔΝΤ και του τέλους του προγράμματος που αφήνει τις ελληνικές τράπεζες εκτεθειμένες, είναι ιδιαίτερα στενά και δεν υπάρχει περιθώριο για άλλες αναβολές. Άλλωστε, αν υπάρξει συμφωνία το Σάββατο, οριακά προλαβαίνουν τα κοινοβούλια να κυρώσουν μια νέα απόφαση. Η δεύτερη παραδοχή που έγινε, όπως άλλωστε προαναφέρθηκε, είναι πως οι διαφορές μπορούν να γεφυρωθούν.

Πρακτικά λοιπόν από το πρωί της Παρασκευής ξεκινά ένας μαραθώνιος επαφών, προκειμένου να καλυφθεί η απόσταση μεταξύ κυβέρνησης και εταίρων. Αυτός ο μαραθώνιος περιλαμβάνει διαρκείς συνεδριάσεις και επαφές των τεχνικών κλιμακίων, ενώ δεν θα πρέπει να αποκλειστεί και κάποια νέα επικοινωνία του κυρίου Τσίπρα με τους επικεφαλής των θεσμών. Σε κάθε περίπτωση, ο πρωθυπουργός θα γνωρίζει κάθε λεπτομέρεια της διαδικασίας και θα παρεμβαίνει, όποτε το κρίνει σκόπιμο. Η διαδικασία θα αφορά τη διαδικασία merging (ενοποίησης) των κειμένων που έχουν καταθέσει θεσμοί και Ελλάδα, με το κείμενο των θεσμών να χρησιμοποιείται ως βάση αναφοράς, στο οποίο όμως θα χωρέσουν και προτάσεις της κυβέρνησης. Συν τοις άλλοις στις Βρυξέλλες ακούγεται έντονα πως, προς το τέλος του Eurogroup, ο Γιάνης Βαρουφάκης εμφάνισε ένα νέο κείμενο, ελαφρώς πιο προωθημένο. Μέχρι στιγμής πάντως αυτό δεν έχει καταστεί εφικτό να διασταυρωθεί.

“Προσπάθεια ταπείνωσης” και plan B

Όπως και να έχει και παρά τις προσπάθειες εξισορρόπησης, οι τόνοι έχουν ανέβει επικίνδυνα. Από την πλευρά της η κυβέρνηση διαβλέπει μια προσπάθεια πολιτικής της ταπείνωσης από την πλευρά των εταίρων, με στόχο των «παραδειγματισμό» της Ελλάδας. Τη συζήτηση αυτή έκαναν μέχρι στιγμής ανεπίσημα πολλά κυβερνητικά στελέχη, όμως και ο πρωθυπουργός με την αναφορά που έκανε στη Σύνοδο Κορυφής πήγε το ζήτημα ένα βήμα μακρύτερα: «δεν πρέπει να υποτιμά κανείς μέχρι πού μπορεί να φτάσει ένας λαός, όταν αισθάνεται ταπεινωμένος» και η προειδοποίηση «Ο ιστορικός του μέλλοντος, μετά την πρότασή μας, δεν πρόκειται να κατανοήσει γιατί δεν ήρθαμε σε συμφωνία» είναι δύο απολύτως ενδεικτικές αναφορές του κυρίου Τσίπρα.

Βεβαίως, η αντίληψη που έχουν επ’ αυτού θεσμοί και Βερολίνο είναι πολύ διαφορετική. Δεν βλέπουν καμία προσπάθεια ταπείνωσης, αλλά εκτιμούν πως τα μέτρα που θα παρθούν θα πρέπει να είναι συγκεκριμένου δημοσιονομικού αποτελέσματος. Είναι άλλωστε κοινό μυστικό πως η εμπιστοσύνη μεταξύ κυβέρνησης και εταίρων έχει φτάσει στο σημείο ναδίρ, με τους θεσμούς να προτείνουν μέτρα που έχουν βέβαιη εισπραξιμότητα, λόγω της καχυποψίας τους τόσο προς την κυβέρνηση να περάσει και να εφαρμόσει τα μέτρα όσο και προς τον ελληνικό κρατικό μηχανισμό.

Όσο όμως τα χρονικά περιθώρια στενεύουν, τόσο το blame game εξυπηρετεί αυτούς που επιθυμούν μια σκληρή λύση για την Ελλάδα. Η αναφορά του κυρίου Σικλούνα, του υπουργού Οικονομικών της Μάλτας, μετά το Eurogroup, ότι οι εταίροι δηλαδή θα πρέπει να αναζητήσουν ένα plan b εάν και το Σάββατο δεν έχουμε αποτέλεσμα, είναι ενδεικτική του κλίματος που υπάρχει. Άλλωστε, δεν είναι και λίγοι εκείνοι στο Βερολίνο, οι οποίο υποστηρίζουν πως πλέον η όλη διαπραγματευτική διαδικασία προσομοιάζει περισσότερο σε φάρσα.

Διαχείριση κακής συμφωνίας ή ρήξης;

Όποια προσπάθεια και να κάνει όμως η ελληνική κυβέρνηση για να απεγκλωβιστεί από την δύσκολη πολιτικά θέση, στην οποία βρίσκεται, ομολογουμένως δεν πρόκειται για εύκολο εγχείρημα. Εξ’ αυτού και η πολιτική πίεση μεταβιβάστηκε, κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής και στον Αλέξη Τσίπρα, με τον Έλληνα πρωθυπουργό να επικρίνεται συνολικά για τη στρατηγική που ακολούθησε μέχρι τώρα και για τις μεγάλες καθυστερήσεις που έχει επιδείξει η Ελλάδα.

Στην πραγματικότητα, το δίλημμα, με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπος ο πρωθυπουργός είναι «διαχείριση κακής συμφωνίας ή διαχείριση χρεοκοπίας;». Πρόκειται για ένα σταυροδρόμι, στο οποίο κάθε επιλογή έχει υψηλό ρίσκο για τον κύριο Τσίπρα.

Αν επιλέξει την οδό της συμφωνίας, θα πρέπει να τη διαχειριστεί και εσωτερικά κιόλας. Μάλιστα, παρόμοιο μήνυμα έλαβε, κατά τις πληροφορίες του KoolNews.gr και ο Αντώνης Σαμαράς από τις επαφές του στο ΕΛΚ, ότι δηλαδή βασικό είναι να περάσει η συμφωνία και στο εσωτερικό της χώρας. Αν όμως ο πρωθυπουργός επιλέξει την οδό της ρήξης, τότε οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες και δεν αποκλείεται να του γυρίσουν μπούμερανγκ.
Αν επιλέξει την οδό της ρήξης, θα βρεθεί άμεσα αντιμέτωπος με δύο βασικά προβλήματα: από 1/7, οι τράπεζες θα είναι ακάλυπτες, καθώς η ΕΚΤ χρειάζεται πρόγραμμα για να συνεχίσει να παρέχει τον ELA, ενώ και ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ προειδοποίησε την κυβέρνηση να πληρώσει τη δόση στο Ταμείο (εκτιμάται πως αν υπάρξει ελάχιστη καθυστέρηση για τεχνικούς λόγους, αν υπάρχει συμφωνία, δεν θα υπάρχει πρόβλημα) στις 30/6. Μάλιστα και παρά τη μεταφορά στα Ελληνικά, ο κύριος Ράις τόνισε πως, αν δεν πληρώσει η Ελλάδα, η κυρία Λαγκάρντ άμεσα (promptly στα Αγγλικά) θα ενημερώσει το ΔΣ του Ταμείου. Αν αυτό γίνει όντως γρήγορα, τότε γεννάται παράλληλος κίνδυνος και για την ενεργοποίηση των ρητρών cross default του EFSF. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως, αν ενημερωθεί το ΔΝΤ, τότε ο EFSF πρέπει να αποφασίσει, αν θα καταστήσει τα δάνεια της Ελλάδας άμεσα απαιτητά.

Με άλλα λόγια, το δίλημμα του πρωθυπουργού είναι πως καλείται να επιλέξει μεταξύ μιας δύσκολης συμφωνίας, με οδυνηρές σε ορισμένες περιπτώσεις συνέπειες, και μιας μη ελεγχόμενης κατάστασης ρήξης.

Δημοσίευση σχολίου

Από το Blogger.