«Δεν παραιτούμαι» διαμηνύει στην κυβέρνηση η γ.γ. Δημοσίων Εσόδων Κατερίνα Σαββαΐδου με πολυσέλιδη επιστολή της, ένα 24ωρο αφότου πηγές του Μαξίμου δήλωναν ότι είναι ζήτημα αρχής η απομάκρυνσή της.



Η κα Σαββαΐδου, η οποία ζήτησε και πήρε προθεσμία να απολογηθεί την Δευτέρα για τις καταγγελίες που διατυπώθηκαν εις βάρος της, τονίζει ότι οι αποφάσεις της δεν ζημίωσαν το ελληνικό δημόσιο, απειλεί με μηνύσεις επειδή δεν έχει λαβει ακόμη κλητήριο θέσπισμα και αφήνει βαριά υπονοούμενα για την χρονική σύμπτωση των επιθέσεων εναντίον της με την μεταφορά υποθέσεων φοροδιαφυγής από τον ΣΔΟΕ στην Γενική Γραμματεία Εσόδων. 
Μαξίμου: Επιβεβαιώνει την αδυναμία της να είναι ακέραιη και ανεξάρτητη
Το μέγαρο Μαξίμου έσπευσε να απαντήσει με άτυπο σημείωμά του, στην γγ. Δημοσίων Εσόδων: «Η κυρία Σαββαΐδου, με την σημερινή της ανακοίνωσή της, δυστυχώς επιβεβαιώνει την ανησυχία της κυβέρνησης σε σχέση με την αδυναμία της, να επιτελέσει τον ρόλο της με πολιτική ανεξαρτησία και θεσμική ακεραιότητα. Έχει άλλωστε ήδη κληθεί να απαντήσει επί συγκεκριμένων θεμάτων και κατηγοριών. Είναι ευνόητο ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να εμπλακεί ούτε σε πολιτική αντιπαράθεση με την κ. Σαββαΐδου ούτε βέβαια στο έργο της δικαιοσύνης».
Δείτε αναλυτικά την επιστολή της Κατερίνας Σαββαΐδου:
Σε συνέχεια του αιτήματος του Πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα, το οποίο διατυπώθηκε τηλεφωνικά από τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο, γα την υποβολή της παραίτησης μου από τη θέση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων με σκοπό τη «διευκόλυνση» της κυβέρνησης μετά την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος μου για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος λόγω της έκδοσης της απόφασης για την απόδοση του φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων, αλλά κυρίως στο πλαίσιο λογοδοσίας προς τους πολίτες, θα ήθελα να αναφέρω τα ακόλουθα:
Με επιστολή μου ενημέρωσα γραπτώς τον Πρωθυπουργό τόσο για την ουσία των δυο υποθέσεων που είδαν το φως της δημοσιότητας όσο και για την πρόθεσή μου να μην παραιτηθώ από τη θέση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων καθώς και για τους λόγους που μου επιβάλλουν την λήψη της απόφασης αυτής.
Α) Όσον αφορά την άσκηση της ποινικής δίωξης για την απόφαση σχετικά με το χρόνο απόδοσης του ειδικού φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων:
Ο φόρος τηλεοπτικών διαφημίσεων θεσπίσθηκε το 2010 και δεν εφαρμόσθηκε ποτέ καθώς με συνεχείς νομοθετικές παρεμβάσεις, της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας, η έναρξη ισχύος αναστελλόταν κάθε φορά για ένα έτος. Πρώτος χρόνος εφαρμογής είναι το 2015, δεδομένου ότι η τελευταία αναστολή έληξε στο τέλος του 2014.
Ως Γ.Γ.Δ.Ε. υπέγραψα και απέστειλα στη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης δύο αποφάσεις σχετικές με το χρόνο απόδοσης του φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων: την ΠΟΛ 1016/2015 η οποία δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 115 Β΄ της 21ης Ιανουαρίου 2015 και την ΠΟΛ 1180/2015 η οποία δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 1835 Β΄ της 25ης Αυγούστου 2015. Και οι δυο αποφάσεις δημοσιεύθηκαν στο ΦΕΚ μετά από έλεγχο νομιμότητας εκ μέρους της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης. Κάθε απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως υπόκειται σε έλεγχο νομιμότητας και εγκρίνεται από τη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης πριν την αποστολή της προς δημοσίευση στο ΦΕΚ. Ο έλεγχος νομιμότητας αφορά την αρμοδιότητα του συγκεκριμένου οργάνου για την έκδοση της απόφασης καθώς και τη συμβατότητα αυτής με τις κείμενες διατάξεις.
Με την πρώτη ΠΟΛ 1016/2015 προβλέφθηκε η μετάθεση του χρόνου απόδοσης του φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων και όχι η αναστολή επιβολής του φόρου. Με την απόφαση αυτή δεν επέρχεται απώλεια δημοσίων εσόδων, ούτε επιβάρυνση του προϋπολογισμού, διότι τα έσοδα ως και τον Φεβρουάριο 2016 αποτελούν έσοδα του έτους 2015.
Όσον αφορά το ύψος του φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων τα παρακάτω στοιχεία είναι ενδεικτικά: σύμφωνα με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους έχουν προϋπολογισθεί έσοδα της τάξεως των 94 εκατομμυρίων ευρώ αλλά εξαιτίας της συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, το πρώτο τετράμηνο του έτους βεβαιώθηκαν έσοδα της τάξεως των 12,2 εκατομμυρίων ευρώ εκ των οποίων εισπράχθηκαν 3,7 εκατομμύρια ευρώ. Σε αυτές τις συνθήκες της αγοράς η απόφαση του Ιανουαρίου 2015 ήρθε απλώς να δώσει περισσότερο χρόνο, χωρίς να διαγράφει καμία φορολογική υποχρέωση, για την εξόφληση του φόρου κατόπιν συνολικού αιτήματος των επιχειρήσεων της αγοράς (Σύνδεσμος Διαφημιζομένων Ελλάδας, Ένωση Εταιρειών Διαφήμισης και Επικοινωνίας Ελλάδας και Ένωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας). Διευκρινίζεται ότι ο φόρος τηλεοπτικών διαφημίσεων βαρύνει τις διαφημιζόμενες επιχειρήσεις και όχι τα κανάλια.
Για το ζήτημα του χρόνου απόδοσης του φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων η νέα κυβέρνηση ενημερώθηκε αμέσως μετά τις εθνικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015. Συγκεκριμένα ενημερώθηκαν από εμένα προσωπικά η τότε Αναπληρώτρια Υπουργός Οικονομικών κα Νάντια-Όλγα Βαλαβάνη καθώς και ο τότε Προϊστάμενος του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού κ. Φραγκίσκος Κουτεντάκης αναφορικά με τη δυνατότητα τροποποίησης της εν λόγω απόφασης, σε περίπτωση που αυτό κρινόταν επιβεβλημένο. Άλλωστε η είσπραξη του φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων συμπεριελήφθη και στην επιστολή Βαρουφάκη προς τους θεσμούς της 20 Φεβρουαρίου 2015. Επομένως η Κυβέρνηση ήταν ενήμερη και θα μπορούσε, αν το έκρινε απαραίτητο, να μου ζητήσει νωρίτερα την τροποποίηση της ως άνω απόφασης και την επίσπευση της διαδικασίας απόδοσης του φόρου. Αυτό έγινε μόλις τον Αύγουστο του 2015, οπότε και ενήργησα άμεσα προς αυτό.
Με τη δεύτερη απόφαση (ΠΟΛ 1180/2015) προβλέφθηκε διαφορετικό χρονοδιάγραμμα καταβολής του φόρου για το 2015 και συγκεκριμένα η καταβολή μέχρι 30/9/2015 για το πρώτο τετράμηνο του έτους και μέχρι 30/11/2015 για το δεύτερο. Για τους τελευταίους τέσσερις μήνες, η καταβολή θα γίνεται σε μηνιαία βάση. Πρακτικά επομένως με τη δεύτερη απόφαση, η οποία ελήφθη σε συνεννόηση με το γραφείο του Πρωθυπουργού, η είσπραξη του φόρου ξεκινά μόλις τέσσερις μήνες νωρίτερα σε σχέση με την πρώτη απόφαση. Και με τη δεύτερη απόφαση άλλωστε, καταληκτική ημερομηνία εξόφλησης της τελευταίας δόσης του φόρου για το 2015 (αυτής του Δεκεμβρίου), είναι ο Ιανουάριος του 2016.
Η πρώτη απόφαση για την οποία κατηγορούμαι ΔΕΝ ΙΣΧΥΕΙ ΣΗΜΕΡΑ.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι αποδιδόμενες σε εμένα κατηγορίες είναι παντελώς αβάσιμες και ως εκ τούτου δεν τίθεται κανένα θέμα νομιμότητας ούτε επομένως και ηθικής τάξης, το οποίο να δικαιολογεί την απαίτηση του Πρωθυπουργού για παραίτησή μου.
Σημειώνεται ότι μέχρι σήμερα δεν έχω λάβει κλητήριο θέσπισμα, δεν γνωρίζω σε τι συνίσταται η παράβαση καθήκοντος για την οποία διώκομαι και η μόνη ενημέρωσή μου προέρχεται από τα δημοσιεύματα.
Β) Όσον αφορά τις καταγγελίες περί «παγώματος προστίμου» που επιβλήθηκε σε εταιρεία λόγω της απόφασης επανελέγχου της, σημειώνονται τα ακόλουθα:
Στην περίπτωση επανελέγχου, ΚΑΜΙΑ από τις υποχρεώσεις του φορολογούμενου και τα δικαιώματα του Δημοσίου δεν αναστέλλονται. Δηλαδή, ο φορολογούμενος εξακολουθεί να έχει την υποχρέωση να καταβάλει τους φόρους και τα πρόστιμα που του έχουν καταλογιστεί ενώ σε περίπτωση που δε συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του εφαρμόζονται όλες οι προβλεπόμενες συνέπειες (λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης, άσκηση ποινικής δίωξης για μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο).
Η ΓΓΔΕ έχει λάβει στη συγκεκριμένη υπόθεση μέτρα αναγκαστικής είσπραξης (μέχρι το χρόνο επιβολής των capital controls, καθώς στη συνέχεια τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης «πάγωσαν» σε συνέχεια της έκδοσης διαδοχικών Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου), έχει κάνει όλες τις απαραίτητες νομικές ενέργειες για την άσκηση ποινικής δίωξης για μη καταβολή των σχετικών χρεών και δεν έχει διατάξει καμία αναστολή καταβολής των προστίμων που καταλογίσθηκαν στην εταιρεία. Επομένως, ο επανέλεγχος δεν συνιστά ευνοϊκή μεταχείριση της εταιρείας, πολύ περισσότερο δε όταν επεκτάθηκε και στις υπόλοιπες εμπλεκόμενες επιχειρήσεις. Ο αρχικός έλεγχος αφορούσε μία επιχείρηση, ο επανέλεγχος αφορά τρεις. Ο επανέλεγχος της επιχείρησης δηλαδή συνοδεύτηκε από αντίστοιχες εντολές για τον έλεγχο όλων των συνδεόμενων επιχειρήσεων (εκδότες-λήπτες τιμολογίων για αγορές εμπορευμάτων και παροχή υπηρεσιών) προκειμένου να διασφαλιστούν πλήρως τα δικαιώματα του Δημοσίου καθώς και το ενιαίο του φορολογικού ελέγχου των υποθέσεων αυτών ελέγχοντας όλο το κύκλωμα των συναλλαγών. Επομένως, ο επανέλεγχος μπορεί ενδεχομένως να οδηγήσει σε καταλογισμό μεγαλύτερων φόρων και προστίμων.
Σε καμία περίπτωση ο επανέλεγχος δεν ακυρώνει ή τροποποιεί καταλογιστική πράξη επιβολής φόρου ή προστίμου, η οποία έχει εκδοθεί. Επομένως, ανεξαρτήτως, αποτελέσματος η ΓΓΔΕ, δεν ακύρωσε και δεν μπορεί να ακυρώσει τις πράξεις επιβολής προστίμων.
Η έκθεση επανελέγχου που συντάσσεται –ανεξαρτήτως αποτελέσματος - διαβιβάζεται στο αρμόδιο Δικαστήριο και συνεκτιμάται από αυτό, το οποίο και μόνο μπορεί να ακυρώσει ή να τροποποιήσει την αρχική πράξη επιβολής φόρου ή προστίμου.
Oι ελεγκτές των ειδικών συνεργείων δεν επιλέγονται από το Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, ενώ οι παραιτήσεις μελών των συνεργείων στη συγκεκριμένη περίπτωση θεωρώ ότι οφείλονται στο φόβο των ελεγκτών να ασχοληθούν με μία υπόθεση, για την οποία η ελεγχόμενη εταιρεία έχει υποβάλει μήνυση κατά των εμπλεκόμενων εφοριακών και τελωνειακών υπαλλήλων. Το υπαρκτό αυτό πρόβλημα, του φόβου δηλαδή των ελεγκτών να ασχοληθούν με μία υπόθεση, επιχειρούσε να αντιμετωπίσει η προωθούμενη σε συνεννόηση με την Κυβέρνηση και τους Θεσμούς διάταξη νόμου, η οποία εμφανίστηκε από μερίδα του Τύπου ως προσπάθειά μου να κατοχυρώσω την ασυλία μου.
Σε αντίθεση, με όσα αναληθώς αναφέρονται σε κακόβουλα δημοσιεύματα, ότι δήθεν καθυστέρησε ο έλεγχος και η έκδοση πράξεων επιβολής φόρου εισοδήματος και ΦΠΑ, επειδή δεν συνεδρίαζε η Επιτροπή του άρθρου 30 που κρίνει το κύρος των βιβλίων των εταιρειών, σημειώνω ότι η εν λόγω Επιτροπή έχει καταργηθεί και επομένως απαιτούνταν η ψήφιση διάταξης για την επανασύστασή της, γεγονός για το οποίο είχα ενημερώσει επανειλημμένως την ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, δεδομένου ότι το ζήτημα ήταν γενικότερο και αφορούσε πλειάδα εκκρεμών υποθέσεων. Ωστόσο, μέχρι σήμερα το ζήτημα δεν έχει ρυθμισθεί νομοθετικά, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της ΓΓΔΕ.
Η απόφαση για την πραγματοποίηση επανελέγχου αποτελεί αρμοδιότητα της φορολογικής διοίκησης που την ασκεί κατά διακριτική ευχέρεια, ενώ δεν απαγορεύεται από καμία διάταξη σε περίπτωση που η υπόθεση εκκρεμεί στα δικαστήρια.
Συμπερασματικά έχω να σημειώσω:
Οι κατηγορίες που μου αποδίδονται είναι αβάσιμες νομικά και έχουν σκοπό να πλήξουν την εντιμότητα και την αξιοπρέπειά μου, καθώς και στο πρόσωπό μου, την ανεξαρτησία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.
Σε κάθε περίπτωση από τις αποφάσεις μου δεν ζημιώθηκε σε καμία περίπτωση το Δημόσιο, ούτε ωφελήθηκα με κανένα τρόπο εγώ προσωπικά, πράγμα που θα ήταν απαραίτητο προκειμένου οι ως άνω αποφάσεις να στοιχειοθετούν ποινικά αδικήματα.
Σε αντίθεση, με όσα αναληθώς αναφέρονται σε δημοσιεύματα, η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων δεν προώθησε διατάξεις περί ασυλίας του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων με σκοπό να αποφευχθεί η ποινική μου δίωξη. Οι σχετικές διατάξεις περί οριοθέτησης της ευθύνης των οργάνων της ΓΓΔΕ, οι οποίες προβλέπονται τόσο στο γενικό πλαίσιο της αυτονομίας της ΓΓΔΕ όσο και ως ξεχωριστή μνημονιακή υποχρέωση στο τρίτο πλέον μνημόνιο (Ν.4336/2015) με χρόνο υλοποίησης τον Οκτώβριο 2015, και οι οποίες επρόκειτο να κατατεθούν προς ψήφιση, έχουν αποτελέσει αντικείμενο μακροχρόνιων συζητήσεων μεταξύ της Κυβέρνησης και των δανειστών, στις οποίες συζητήσεις συμμετείχε η ΓΓΔΕ. Οι διατάξεις αυτές, που αφορούν τους ελεγκτές και άλλους υπαλλήλους της ΓΓΔΕ και του ΣΔΟΕ που έχουν θέσεις ευθύνης, καθώς και τον εκάστοτε Γραμματέα, είχαν ως σκοπό να προστατεύουν το σύνολο του ελεγκτικού μηχανισμού (ΓΓΔΕ και ΣΔΟΕ) από αβάσιμες καταγγελίες που στοχεύουν να εμποδίσουν το έργο τους. Οι διατάξεις άλλωστε ρητά αναφέρουν ότι σε περίπτωση δόλου δεν υπάρχει η παραμικρή ποινική προστασία .
Η αναφορά από μερίδα του Τύπου σε δήθεν παραβάσεις μου εγείρει ερωτηματικά, καθώς συμπίπτει χρονικά με μνημονιακές δεσμεύσεις για τη μεταφορά από το ΣΔΟΕ στη ΓΓΔΕ σημαντικών υποθέσεων φοροδιαφυγής (μνημονιακή υποχρέωση που πρέπει να έχει ολοκληρωθεί ως τις 30 Οκτωβρίου 2015), την θεσμοθέτηση της πλήρους ανεξαρτησίας της ΓΓΔΕ (μνημονιακή δέσμευση διαρκούς χαρακτήρα), καθώς και την ψήφιση των διατάξεων για την μη άσκηση ποινικής δίωξης των οργάνων της φορολογικής διοίκησης, μεταξύ των οποίων και του Γενικού Γραμματέα (μνημονιακή δέσμευση η οποία πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως τον Οκτώβριο του 2015 και πριν τη μεταφορά του ΣΔΟΕ).
 
ΑΡΝΗΘΗΚΑ ΝΑ ΠΑΡΑΙΤΗΘΩ από τη θέση του Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, καθώς δεν μπορώ να αποχωρήσω σε μια χρονική στιγμή που αβάσιμα αμφισβητείται η ορθή εκπλήρωση των καθηκόντων μου και πλήττεται η εντιμότητά μου και η αξιοπρέπειά μου λόγω της εμπλοκής του ονόματος μου σε δικαστικές περιπέτειες.
Άλλωστε, δεν θα επιτρέψω, η παραίτησή μου να θεωρηθεί ως παραδοχή της εμπλοκής μου σε οποιοδήποτε σκάνδαλο ή να οδηγήσει στη μετατροπή της ανεξάρτητης Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων σε μια φοβισμένη φορολογική διοίκηση που δεν μπορεί να εκπληρώσει την αποστολή της.
Τέλος, είμαι αποφασισμένη να προχωρήσω σε όλες τις απαραίτητες νομικές ενέργειες για τη δικαίωσή μου και την προστασία της τιμής και της υπόληψής μου.
Ειδικότερα:
Όσον αφορά το ζήτημα της απόφασης απόδοσης του φόρου τηλεοπτικών διαφημίσεων, θα περιμένω να μου κοινοποιηθεί το κλητήριο θέσπισμα, προκειμένου να ενημερωθώ σε τι συνίσταται η παράβαση καθήκοντος και να μπορέσω να ασκήσω τις όποιες νόμιμες ενέργειες. Να επισημάνω ότι η δημοσιοποίηση της δίωξης έγινε πριν καν λάβω επίσημα γνώση για αυτήν καθώς μέχρι σήμερα δεν μου έχει κοινοποιηθεί το κλητήριο θέσπισμα για τη σε βάρος μου άσκηση δίωξης.
Όσον αφορά τις καταγγελίες περί «παγώματος προστίμου» που επιβλήθηκε σε εταιρεία λόγω της απόφασης επανελέγχου της, προσήλθα σήμερα στον Εισαγγελέα και αφού έδωσα προφορικές εξηγήσεις, ζήτησα και έλαβα προθεσμία για την υποβολή γραπτών εξηγήσεων (υπομνήματος) έως τη Δευτέρα 26-10-2015.

Δημοσίευση σχολίου

Από το Blogger.